- ποντοπόρου
- ποντόποροςseafaringmasc/fem/neut gen sgποντοπόροςmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χόιχενς, Κρίστιαν — (Huygens, Χάγη 1629 – 1695). Ολλανδός φυσικός, μαθηματικός και αστρονόμος. Γιος υπουργού του Γουλιέλμου Γ’ πρίγκιπα του Οράνζ, πήρε σοβαρή και επιμελημένη εκπαίδευση. Παρακολούθησε μαθήματα ρητορικής στο Άμστερνταμ και νομικής στο Λέιντεν, αλλά… … Dictionary of Greek